Φορολογικό κατάστιχο Σύρου , ~1790-1830 (υπόμνημα)

(Δείτε το κατάστιχο εδώ)

Ιστορικό Αρχείο Δήμου Σύρου-Ερμούπολης, Δημοτική Ενότητα Άνω Σύρου

 

Χειρόγραφος κώδικας, 280 πυκνογραμμένων μεγάλου μεγέθους φύλλων, στον οποίο καταγράφεται το σύνολο των κατοίκων της Σύρου που διαθέτουν φορολογητέα ακίνητη περιουσία. Βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο Δήμου Σύρου-Ερμούπολης, Δημοτική Ενότητα Άνω Σύρου και σε μικροφίλμ στο Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος.

Ο κώδικας δεν φέρει μια συγκεκριμένη ημερομηνία σύνταξης και για μακρό διάστημα αποτελούσε εν χρήσει κοινοτικό κατάστιχο. Το χρονικό ανάπτυγμα του εκτείνεται από τη δεκαετία του 1790 μέχρι τα χρόνια της Επανάστασης του 1821, οι πιο πρόσφατες δε εγγραφές εντοπίζονται στα έτη 1830-1831. Συνεπώς, το κατάστιχο καλύπτοντας διάστημα σαράντα περίπου χρόνων, σταματά στην κρίσιμη φάση της μαζικής έλευσης προσφύγων στη Σύρο και των απαρχών της Ερμούπολης. Απαριθμεί επομένως τους προ των γεγονότων της Επανάστασης κατοίκους του νησιού, δεν ενσωματώνει όμως το κύμα των νέων κατοίκων στις σελίδες του, καθώς οι εγγραφές που αφορούν τους τελευταίους είναι λιγοστές και σποραδικές. Στο ίδιο Αρχείο σώζεται -με απώλειες αρκετών φύλλων του- και παλαιότερο παρόμοιο κτηματολόγιο, που χρονολογείται την περίοδο 1755-1775.

Οι συντάκτες του κατάστιχου είχαν ανοίξει για κάθε κάτοχο ακίνητης περιουσίας -πρόσωπο ή φορέα- μία μερίδα, στην οποία δηλώνονταν όσα ακίνητα κατείχε τη στιγμή εγγραφής του, κατόπιν δε  συμπληρώνονταν σταδιακά οι ενδεχόμενες νέες προσκτήσεις και απώλειες. Τα αγαθά (γαίες, κτίρια κλπ.) προσδιορίζονται μόνον μέσω της ονομασίας της τοποθεσίας που βρίσκονταν. Η κάθε εγγραφή ακινήτου συνοδεύεται από έναν αριθμό, που αντιστοιχεί στη φορολογική υποχρέωση του ακινήτου, χωρίς όμως να συνιστά χρηματικό ποσό. Αποτελεί μάλλον μια φορολογική μονάδα, έναν αριθμό που επέτρεπε ευκολότερα τον προσδιορισμό του φόρου σε χρήμα.

Οι μερίδες είναι χρεωμένες στον επικεφαλής του νοικοκυριού. Συνολικά καταγράφονται 1.443 μερίδες. Οι φορολογούμενοι αναφέρονται με αλφαβητική σειρά με βάση το βαπτιστικό τους όνομα. Οι μερίδες που είναι χρεωμένες σε γυναίκες ανέρχονται σε 158, ξεπερνούν δηλαδή το 10% του συνόλου. Μετά το πέρας των ονομάτων των λαϊκών, έπονται 63 ιερείς του νησιού. Ακόμη 25 μερίδες ανήκουν σε ναούς ή άλλα εκκλησιαστικά ιδρύματα.

Μια σειρά από φύλλα στο τέλος του κατάστιχου είναι αφιερωμένα και πάλι σε εγγραφές λαϊκών, με διαταραγμένη όμως αλφαβητική σειρά και με έντονα σημάδια ότι πρόκειται για νεότερες προσθήκες ή συμπληρώσεις. Η αποκατάσταση των μερίδων που περιλαμβάνονται στο κατάστιχο παρουσιάζει δυσχέρειες, που οφείλονται κυρίως στο γεγονός ότι αποτελούσε ένα εργαλείο καθημερινής χρήσης για τις κοινοτικές αρχές. Οι συνεχείς μεταβολές και προσθήκες στις οικογενειακές μερίδες ανάγκαζαν λοιπόν συχνά τους συντάκτες του είτε να στριμώχνουν τα γράμματά τους σε μικρές επιφάνειες χαρτιού είτε να συνεχίζουν τη μερίδα κάποιων προσώπων σε επόμενα ή και προηγούμενα φύλλα, όπου μπορούσαν να εξοικονομήσουν λίγο χώρο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η συγκρότηση του τελικού σώματος των οικογενειακών μερίδων να προκύπτει από συμπτύξεις και ταυτίσεις προσώπων, οι οποίες θα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν χωρίς τη βοήθεια που παρέχουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές.

Επίσης σε 42 εγγραφές δεν έγινε εφικτό, λόγω φθοράς του χαρτιού, να αναγνωσθούν τα οικογενειακά ονόματα σε ορισμένες δε από αυτές και τα βαπτιστικά ονόματα των επικεφαλής των οικογενειών. Για την εξασφάλιση πληρέστερης εικόνας στη βάση δεδομένων έχει περιληφθεί η ένδειξη ύπαρξης και των μερίδων αυτών, χωρίς ονομαστικό προσδιορισμό.

 

Στη βάση δεδομένων περιλαμβάνονται τα ακόλουθα πεδία:

α/α: πρόκειται για τον αύξοντα αριθμό εγγραφής του φορολογούμενο στο χειρόγραφο κατάστιχο

Επώνυμο: αναγράφεται το οικογενειακό όνομα του φορολογούμενου. Στο πεδίο αυτό έχουν περιληφθεί και οι ονομασίες των ναών ή των άλλων ιδρυμάτων που φορολογούνται για την ακίνητη περιουσία που κατέχουν. Η αδυναμία ανάγνωσης ή η φθορά του χαρτιού δηλώνεται: […]

Ονομα: αναγράφεται το βαπτιστικό όνομα του φορολογούμενου.

Πατρώνυμο & Παρωνύμιο: αναγράφεται το πατρώνυμο του φορολογούμενου σε γενική πτώση, όπως ήταν και στο χειρόγραφο. Στο ίδιο πεδίο αναγράφεται και το παρωνύμιο το οποίο συχνά χρησιμοποιείται ως περαιτέρω ονομαστικός προσδιορισμός του φορολογούμενου ή της οικογένειάς του. Αναγράφεται επίσης, αν υπάρχει, και το μητρώνυμο. Στο ίδιο πεδίο συνήθως σε παρένθεση έχουν μεταφερθεί και τυχόν περαιτέρω πληροφορίες υπήρχαν στον ονομαστικό προσδιορισμό του προσώπου, όπως τόπος καταγωγής ή προέλευσης,

Ακίνητα: δηλώνεται ο συνολικός ακινήτων που έχουν εγγραφεί στη μερίδα του φορολογούμενου.

Φύλο: αναφορά στο φύλο και την ιδιότητα του φορολογούμενου. Χρησιμοποιούνται: Γ: γυναίκες, Α: άνδρες, Ε: εκκλησιαστικά ιδρύματα.

Επάγγελμα: δηλώνεται η επαγγελματική ιδιότητα. Χρησιμοποιούνται τα ακόλουθα: παπάς, μάστρο, επίσκοπος, καλόγρια, καλόγερος, καθώς και η ένδειξη ναός, ψυχικά για εκκλησιαστικά ιδρύματα του νησιού που μνημονεύονται στο κατάστιχο ως κάτοχοι περιουσιών.

Ελευση: έχει τεθεί ΝΚ σε όσους θεωρήθηκαν νέοι κάτοικοι, δηλαδή πρόσωπα που εγκαταστάθηκαν με την έλευση των προσφύγων μετά την επανάσταση.

 

Ο τρόπος εκφοράς των ονοματικών προσδιορισμών στο χειρόγραφο δεν ήταν ενιαίος. Συχνά υπήρχαν μικρές διαφορές στη γραφή των οικογενειακών, των βαπτιστικών ονομάτων και των παρωνύμιων. Όσον αφορά τα επώνυμα υπήρξε ενιαία γραφή των παραλλαγών εκφοράς ιδίων ονομαστικών προσδιορισμών. Το ίδιο έγινε και στα βαπτιστικά ονόματα, προκειμένου να διευκολύνεται η αναζήτηση και ταύτιση προσώπων. Επιλέχθηκε όμως να μην επιχειρηθεί ομογενοποίηση στα πατρώνυμα ή τα παρωνύμια, καθώς κρίθηκε ότι στο πεδίο αυτό η αναζήτηση είχε περιορισμένο νόημα προκειμένου να διασωθεί η πληροφορία του τρόπου εκφοράς τους στο χειρόγραφο.

Ακολούθως σημειώνονται οι παραλλαγές των οικογενειακών και βαπτιστικών ονομάτων που απαντούν στο κτηματολόγιο. Η πρώτη εκδοχή είναι εκείνη που επιλέχθηκε στη βάση δεδομένων και είναι αυτή που εμφανίζει τη μεγαλύτερη συχνότητα στο χειρόγραφο.

 

Παραλλαγές επωνύμων

 

Βακόνδιος (Βακούδιος, Βακούνδιος, Βακούνδριος)

Βαμπακάρης (Βαπακάρης, Παμπακάρης)

Βαρόπουλος (Βορόπουλος)

Βιτάλης (Βιδάλης, Βιδάλες)

Βουτζίνος (Βουτσίνος)

Γιουστινιάνης (Γιουστινιανός)

Δαλέζιος (Νταλέζιος, Διαλέτζιος)

Δουράτζος (Ντουράτζος, Δουράτσος)

Κομνηνός (Κομνενός)

Κουκουλάς (Κουκουλός)

Λαπιέρας (Λαπίερος, Λαπίρας)

Λούβαρης (Λούβαρες)

Μαραγκός (Μερανκός)

Μαρινέλος (Μαρινέλης)

Νταμιράλιας (Δαμιράλιας)

Ντρίτζης (Τρίτζης)

Πολυκράτης (Πολυκρέτης)

Πριβελέτζιος (Πρεβελέγγιος, Πρεβελέζης, Πρεβελέζιος, Πριβελέζιος, Πριβιλέτζιος)

Ραγουζέος (Ραουζέος)

Ριγούτζος (Ριγούτσος)

Ρούσος (Ρούσης)

Χαλαβαζής (Χαλαβατζής, Χαλβατζής)

 

 

Παραλλαγές βαπτιστικών ονομάτων

 

Γιάκουμος (Γιακουμής)

Γιουζέπης (Γεζέπης, Γιουζές, Γκιουζές)

Γιώργης (Γεώργιος, Γεώργης)

Γρηγόρης (Γληγόρης)

Ζάννες (Ζαννής, Ζιαννής)

Ζώρζης (Ζώρτζης, Ζώρζες, Ζωρζής, Τζώρτζης)

Λαρέτζος (Λαρέζος)

Λινάρδος (Λεονάρδος)

Μιχάλης (Μιχελής, Μιχαήλ)

Ναδάλης (Νατάλες)

Νικόλας & Νικολός (Νικόλαος, Νικολάκης)

Πεμπενιούδα (Τεπενιούδα)

Πενέδεκος (Πενέδικτος, Πενεδέτος)

Πετρουνέλα (Πετουρνέλα)

Πιέρος (Πέρος)

Πουρτουλάμες (Πουρτουλάμιος)

Στέφανος (Στεφανής)

 

 

Βιβλιογραφικές αναφορές του κατάστιχου:

Αγαμ. Τσελίκας, «Κατάλογοι και αναγραφές χειρογράφων και αρχείων. 1 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Άνω Σύρου», Δελτίο του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου , τ. Δ΄, Αθήνα 1988, σ. 71 (χειρόγραφο αρ. 157).

Δ. Δημητρόπουλος, «Ένα συριανό κτηματολόγιο του 19ου αιώνα», Σύρος και Ερμούπολη. Συμβολές στην ιστορία του νησιού, 15ος-20ός αι., επιμέλεια: Χριστίνα Αγριαντώνη, Δ. Δημητρόπουλος, έκδ. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών / Ε.Ι.Ε., Αθήνα 2008, σ. 55-75.

 

 

 

Δημήτρης Δημητρόπουλος